ἀκρέμων

ἀκρέμων
ἀκρέμων
masc nom/voc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ακρεμών — ἀκρεμὼν ( όνος), ο (AM) (A και ἀκρέμων) μσν. (για πρόσωπα) φύλακας, φρουρός (πρβλ. ακρίτης) αρχ. 1. κλαδί δέντρου που απολήγει ή διακλαδίζεται σε μικρότερα κλαδιά 2. η άκρη τού κλαδιού, κλωνάρι, βλαστάρι 3. (γενικότερα) το άκρο «κεράων ὰκρεμόνες… …   Dictionary of Greek

  • ἀκρεμών — ἀκρέμων masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκρεμόνα — ἀκρέμων masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκρεμόνας — ἀκρέμων masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκρεμόνες — ἀκρέμων masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκρεμόνεσσι — ἀκρέμων masc dat pl (epic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκρεμόνεσσιν — ἀκρέμων masc dat pl (epic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκρεμόνος — ἀκρέμων masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκρεμόνων — ἀκρέμων masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκρεμόσι — ἀκρέμων masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”